Χάναου: Θλίψη και οργή ένα χρόνο μετά το μακελειό
19 Φεβρουαρίου 2021«Ο Γκέκχαν ήταν η ραχοκοκαλιά της οικογένειας, ήταν το θεμέλιο. Κι από τότε που δεν υπάρχει πια το θεμέλιο στην οικογένεια, είμαστε με τρεμάμενα πόδια», λέει ο Τσετίν. Ένα χρόνο μετά το μακελειό με ρατσιστικά κίνητρα στην πόλη Χάναου, επιστρέφει για άλλη μια φορά στον τόπο του δράματος, στο ψιλικατζίδικο όπου σύχναζαν ο αδελφός του κι άλλοι 4 πολίτες με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Εκείνο το βράδυ, πριν ακριβώς ένα χρόνο, έχασαν τη ζωή τους από το χέρι ενός 43χρονου ψυχοπαθούς που, αφού αποτελείωσε συνολικά 9 ανθρώπους, όλοι μετανάστες, επέστρεψε σπίτι του, σκότωσε τη μητέρα του κι αυτοκτόνησε. Ο Τσετίν ξέρει πολύ καλά τον χώρο εκεί, γιατί δεν σταμάτησε να έρχεται όλο αυτό το διάστημα.
Ερωτήσεις χωρίς απάντηση
Η είδηση εκείνη την ημέρα συγκλόνισε πολιτικούς και πολίτες στη Γερμανία. Ήταν η πρώτη ρατσιστική επίθεση στη Γερμανία με τόσους πολλούς νεκρούς μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι οικογένειες των θυμάτων, που έχουν ιδρύσει μαζί με άλλους την «Πρωτοβουλία 19η Φεβρουαρίου», ζητούν να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση. Υπάρχουν πολλά ερωτήματα: Υποβαθμίστηκε στη Γερμανία επί δεκαετίες ο κίνδυνος ακροδεξιών επιθέσεων; Γιατί εκείνη την αποφράδα νύχτα δεν λειτούργησε ο συναγερμός σωστά; Πως έφτασαν όπλα στα χέρια του δράστη; Γιατί οι αρχές δεν ασχολήθηκαν μαζί του νωρίτερα, μετά την επιστολή γεμάτη με θεωρίες συνομωσίας που απέστειλε στον Γενικό Εισαγγελέα; Απαντήσεις δεν υπάρχουν, γιατί μεταξύ άλλων ο δράστης αυτοκτόνησε.
Ο προβληματισμός των οικογενειών των θυμάτων όμως βγαίνει εκτός των γεωγραφικών ορίων της πόλης Χάναου. Γιατί η συγκεκριμένη πόλη δεν είναι παρά ένας κρίκος μιας αλυσίδας ανάλογων επιθέσεων και αλλού. Τον Ιούλιο του 2019 ένας ακροδεξιός σκότωσε στο Κάσελ τον τοπικό πολιτικό Βάλτερ Λίμπκε. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ένας άλλος ακροδεξιός προσπάθησε να εισβάλει σε συναγωγή στην πόλη Χάλε, και όταν δεν το κατόρθωσε, σκότωσε δύο ανθρώπους.
Είναι και κοινωνικό πρόβλημα
Για τον Αντρέας Τσικ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεπιστημονικών Ερευνών στους τομείς Διένεξης και Βίας στο Πανεπιστήμιο του Μπίλεφελντ, αυτές οι επιθέσεις έχουν αλλάξει τη Γερμανία, «Δημιουργήσαν μίαν ατμόσφαιρα, στην οποία λαμβάνεται πλέον σοβαρά η πρόκληση να ασχοληθούμε με τον ρατσισμό κι άλλα είδη εχθρικών πράξεων κατά ανθρώπων», τονίζει. «Ο ακροδεξιός εξτρεμισμός έχει ενισχυθεί. Την δεκαετία του '90 έκανε καμπάνιες σε επαγγελματικό επίπεδο και δικτυώθηκε. Αφιερώνουμε όμως λίγο χρόνο στο να αντιληφθούμε την γενεσιουργό αιτία των πράξεων, την δημιουργία ιδεολογιών. Κατά βάση ζητάμε πάντα ένα ισχυρό κράτος και εκτοξεύουμε κατηγορίες κατά των αρχών ασφαλείας, επειδή δεν κάνουν αρκετά. Ίσως είναι κατανοητό, αλλά οδηγεί εν μέρει στο να μην αντιλαμβανόμαστε τον εξτρεμισμό ως ένα κοινωνικό φαινόμενο, αλλά ως μια πρόκληση για τις αρχές ασφαλείας».
Ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς για τη Γερμανία, αλλά για τον Τσετίν δεν αλλάζε κάτι. Θα πρέπει να συνεχίσει να ζει με την απώλεια του αδελφού του και τα τραύματα που του προκάλεσε.
Λίζα Χένελ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου