Στη Xάγη οι περιβαλλοντικές προσφυγές;
26 Αυγούστου 2014Σφοδρές κακοκαιρίες, παρατεταμένες ξηρασίες, άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης του πλανήτη, τις οποίες υφίστανται κυρίως οι φτωχότερες χώρες του κόσμου αν και τα αίτια εντοπίζονται, ως επί το πλείστον, στις προηγμένες βιομηχανικά χώρες. Σύμφωνα με νομικούς, θα μπορούσε σήμερα να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση προς τις βιομηχανικές χώρες, στη βάση του διεθνούς δικαίου, προκειμένου να υποχρεούνται να καταβάλουν αποζημιώσεις στα κράτη εκείνα που υφίστανται τις συνέπειες από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Αυστραλία, η οποία παρά τις προόδους που είχε σημειώσει τα τελευταία χρόνια στον τομέα της αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, ενέκρινε τον περασμένο Ιούλιο νομοσχέδιο υπέρ της κατάργησης των επιβαρύνσεων στη βιομηχανία για τις επιβλαβείς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Τι επιπτώσεις, όμως, θα μπορούσε να έχει η νέα στροφή της Αυστραλίας για ευάλωτες γείτονες χώρες, όπως οι Φιλιππίνες; Θα μπορούσαν να ζητήσουν αποζημιώσεις για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος στην επικράτειά τους λόγω της κλιματικής αλλαγής;
Το ΔΔΧ θα μπορούσε να θεωρηθεί αρμόδιο
Σύμφωνα με νομικούς, στο μέλλον, κράτη που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσαν να εγείρουν αξιώσεις αποζημίωσης έναντι άλλων ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ). Στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου υπάγονται 193 κράτη. Αντικείμενο του είναι η εκδίκαση διακρατικών διαφορών. Ειδικοί στο διεθνές δίκαιο εκτιμούν ότι δίκες εναντίον κρατών «ρυπαντών» θα ήταν δυνατές στη βάση μια διευρυμένης προσέγγισης των αρχών του διεθνούς δικαίου. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δώσει διέξοδο σε πολλές αδύναμες οικονομικά χώρες για να αξιώσουν μεγάλες αποζημιώσεις.
«Τα κράτη μέλη καθίστανται υπεύθυνα όταν δεν εξαντλούν όλες τις νομικές δυνατότητες που έχουν για μείωση των επιβλαβών εκπομπών», αναφέρει ο Βιλ Φρανκ, νομικός σύμβουλος της γερμανικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Germanwatch. Από την γενική αρχή της μη βλάβης (no-harm principle) του διεθνούς δικαίου, θα μπορούσε να συναχθεί ότι κάθε κράτος οφείλει να απέχει από ενέργειες που βλάπτουν το φυσικό περιβάλλον άλλου κράτους. Στην περίπτωση των Φιλιππινών, για παράδειγμα, η χώρα θα μπορούσε να προσφύγει στη Χάγη κατά της Αυστραλίας, ζητώντας αποζημίωση για τον φονικό τυφώνα «Χαϊγιάν», ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε περίπου 6.000 ανθρώπους. Σύμφωνα με τον Βιλ Φρανκ, σε μια τέτοια περίπτωση τα προσφεύγοντα κράτη θα μπορούσαν, εκτός από υψηλές αποζημιώσεις να ζητήσουν και την λήψη θετικών μέτρων από τρίτες χώρες για τη μείωση των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.
Νομικά εμπόδια και αντιρρήσεις
Παρόλα αυτά υπάρχει και η άλλη οπτική γωνία, καθώς στην πράξη τα νομικά εμπόδια φαίνεται να είναι περισσότερα από τα οφέλη. «Για να προσφύγει ένα κράτος εναντίον κάποιου άλλου θα πρέπει καταρχήν να υπάρχει πράξη, η οποία να αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου», εκτιμά ο Χανς Γκέοργκ Ντέντερερ, καθηγητής Διεθνούς Περιβαλλοντικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Πάσαου. Μια τέτοια ξεκάθαρη περίπτωση αποτελεί η χρήση χημικών όπλων, η οποία ρητά απαγορεύεται από το διεθνές δίκαιο. Για τον Ντέντερερ, όμως, η στοιχειοθέτηση διακρατικών περιβαλλοντικών εγκλημάτων απλώς και μόνο στη βάση της αρχής της μη βλάβης είναι ανεπαρκής. Ο ίδιος πηγαίνει μάλιστα ένα βήμα παρακάτω, εκτιμώντας ότι η ποινικοποίηση περιβαλλοντικών εγκλημάτων στο διεθνές πεδίο δεν αποτελεί πρόσφορο μέσο για την ουσιαστική αντιμετώπιση περιβαλλοντικών διαφορών. «Η κλιματική αλλαγή αποτελεί ένα φαινόμενο που αφορά όλη την ανθρωπότητα, κι έτσι δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο νομικής διαμάχης μεταξύ δύο μόνο κρατών». Από την άλλη πλευρά ο ίδιος εκτιμά πως αντί των προσφυγών στη Χάγη, προτιμότερη θα ήταν η χρηματική στήριξη των πιο αδύναμων χωρών από τις πλουσιότερες μέσω της σύστασης Ταμείου Κλιματικής Αλλαγής, το οποίο όμως βρίσκεται ακόμη «στα σκαριά».
Δήμητρα Κυρανούδη (epd)