Ποιες οι ευθύνες της για την αεροπορική τραγωδία;
21 Δεκεμβρίου 2014Όποιος επιχειρεί να έρθει σε επαφή με τις ουκρανικές αρχές διερευνώντας πιθανές ευθύνες της Ουκρανίας στην τραγική κατάληξη της πτήσης MH17 των Μαλαισιανών Αερογραμμών, εισπράττει απόλυτη άρνηση. Η υπηρεσία ασφάλειας πτήσεων παραπέμπει στην κυβέρνηση, η οποία αρνείται οποιαδήποτε δήλωση. Ένα στέλεχος της υπηρεσίας ασφάλειας πτήσεων απορρίπτει τελικά την τελευταία στιγμή να παραχωρήσει στην DW ανώνυμη συνέντευξη, παρότι είχε προηγουμένως συμφωνήσει. Ο μόνος πρόθυμος να μιλήσει ήταν τελικά ο Βολοντίμιρ Χριχορέτσκι, πρώην διευθυντής της υπηρεσίας ασφάλειας πτήσεων στο Χάρκοβο της ανατολικής Ουκρανίας. «Στην περίπτωση του μαλαισιανού Μπόινγκ δεν υπάρχει και δεν θα μπορούσε να υπάρχει ευθύνη της ουκρανικής υπηρεσίας ασφάλειας πτήσεων», τόνισε στη DW o κ. Χριχορέτσκι, ισχυριζόμενος ότι ούτε η συγκεκριμένη υπηρεσία ούτε η κυβέρνηση της Ουκρανίας ήταν σε θέση να γνωρίζουν «ότι οι «σ.σ. φιλορώσοι» αυτονομιστές έχουν παραλάβει όπλα ικανά να καταρρίψουν αεροσκάφη από μεγάλο ύψος».
Ο Έλμαρ Γκιεμούλα έχει διαφορετική άποψη. Ο γερμανός δικηγόρος από το Βερολίνο εκπροσωπεί τρεις από τις τέσσερις γερμανικές οικογένειες που έχασαν συγγενή τους στη μοιραία πτήση και θέλουν τώρα να προσφύγουν κατά της Ουκρανίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο (ΕΔΑΔ). Ως αποζημιώση ζητείται ένα εκατομμύριο ευρώ για κάθε θύμα. «Αρχικά έκανα απλά μία καταγγελία, επειδή ήθελα να δω τις αντιδράσεις», δήλωσε ο γερμανός δικηγόρος στη DW. Ο ίδιος προσέφερε τη δεκαετία του '90 συμβουλευτικές υπηρεσίες στη ρωσική κυβέρνηση για ζητήματα που αφορούν το δίκαιο εναέριου χώρου και υποστηρίζει ότι η ουκρανική κυβέρνηση στη συγκεκριμένη περίπτωση «αντίθετα προς τη νομική της υποχρέωση δεν απέκλεισε τον εναέριο χώρο μέχρι το ύψος πτήσεων των επιβατικών αεροσκαφών» προκειμένου να μην απολέσει τα σημαντικά τέλη διέλευσης. Ο κ. Γκιεμούλα εκτιμά ότι το ΕΔΑΔ θα αποφασίσει σε διάστημα έξι μηνών αν θα κάνει δεκτή την καταγγελία. Πάντως, αυτή μπορεί κάλλιστα να απορριφθεί, καθότι ορίζεται ότι οι υποθέσεις θα πρέπει να εξετάζονται πρώτα από τα εκάστοτε εθνικά δικαστήρια πριν φτάσουν στο ΕΔΑΔ, κάτι το οποίο δεν συνέβη στην προκειμένη περίπτωση.
Ριψοκίνδυνες πτήσεις πάνω από περιοχές εχθροπραξιών
Πέντε μήνες έχουν περάσει από την 17η Ιουλίου και τη συντριβή του Μπόινγκ 777 των Μαλαισιανών Αερογραμμών που, όπως πιθανολογείται, καταρρίφθηκε πάνω από την περιοχή του Ντονέτσκ, παρασύροντας στο θάνατο και τους 298 ανθρώπους που επέβαιναν σε αυτό. Η Ουκρανία επιρρίπτει ευθύνες στους φιλορώσους αυτονομιστές και στη Ρωσία. «Το αεροσκάφος επλήγη από έναν πύραυλο του συστήματος αντιαεροπορικής άμυνας Buk-M, το οποίο προέρχεται από τη Ρωσία», δήλωσε ο ουκρανός πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο την προηγούμενη εβδομάδα από την Αυστραλία. Από την άλλη πλευρά, τόσο η Ρωσία όσο και οι αυτονομιστές αντικρούουν τις κατηγορίες. Αξιοσημείωτο είναι ότι ενδιάμεση έκθεση του Ολλανδικού Συμβουλίου Ασφαλείας αναφέρει ότι το μοιραίο αεροσκάφος κατατρυπήθηκε «από πολλά μικρά αντικείμενα».
Το ερώτημα γιατί ένα πολιτικό αεροσκάφος πετούσε πάνω από περιοχές εχθροπραξιών είχε τεθεί μόλις λίγες ώρες μετά την τραγωδία. Όπως αποδείχθηκε, αυτή η πρακτική κάθε άλλο παρά ασυνήθιστη είναι. Επιβατικά αεροσκάφη πετούν κατά κόρον ακόμη και πάνω από περιοχές όπως το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Διεθνείς οργανώσεις πολιτικής αεροπορίας αποποιούνται οποιασδήποτε ευθύνης, υπογραμμίζοντας ότι αποτελεί καθήκον του εκάστοτε κράτους να απαγορεύει τη διέλευση από τον εναέριο χώρο του. Τον ισχυρισμό αυτό επιβεβαιώσε στη DW ο ευρωπαϊκός οργανισμός εποπτείας εναέριου χώρου Eurocontrol. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία η Eurocontrol είχε συστήσει να αποφεύγεται ο εναέριος χώρος της χερσονήσου της Κριμαίας. Ως εκ τούτου κάποιες αεροπορικές εταιρείες προέβησαν σε τροποποιήσεις δρομολογίων. Υπήρξαν όμως και άλλες που εξακολούθησαν να πετούν πάνω από περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας προκειμένου να εξοικονομήσουν χρόνο και χρήμα. «Η Ουκρανία δεν είναι εμπόλεμη ζώνη, η Κριμαία είναι εμπόλεμη ζώνη», είχε δηλώσει εκείνο το διάστημα στο πρακτορείο Reuters εκπρόσωπος της εταιρείας Thai Airways. Από νομικής άποψης δεν υπάρχει πόλεμος στην ανατολική Ουκρανία, η δε ουκρανική κυβέρνηση προτιμά να κάνει λόγο για «αντιτρομοκρατική επιχείρηση».
Θα μπορούσε να είχε αποτραπεί η τραγωδία;
Σύμφωνα με τον κ. Γκιεμούλα και άλλους ειδικούς, πριν από την τραγωδία του Μπόινγκ συνέβη ένα γεγονός το οποίο έπρεπε να είχε οδηγήσει το Κίεβο σε επιβολή αποκλεισμού του εναέριου χώρου. Στις 14 Ιουλίου, τρεις μέρες πριν την τραγωδία, είχε καταρριφθεί ένα μεταγωγικό αεροσκάφος τύπου Αντόνοφ 26 στην περιοχή του Λουχάνσκ από ύψος 6.500 μέτρων. Αυτό μπορεί να γίνει «μόνο με βαρέα πυραυλικά συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας», δήλωσε σε συνέντευξή του σε δυτικά μέσα ενημέρωσης ειδικός του Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη με έδρα τη Στοκχόλμη (SIPRI). Πριν από την κατάρριψη του Αντόνοφ, φιλορώσοι αυτονομιστές είχαν κατορθώσει επανειλημμένα να πλήξουν με απλούς πυραύλους εδάφους - αέρους ουκρανικά μαχητικά που πετούσαν σε χαμηλότερο ύψος από ό,τι τα επιβατικά αεροσκάφη. Το Αντόνοφ 26 «επλήγη από ένα αισθητά ισχυρότερο όπλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε πιθανόν από το έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας», είχε αναφέρει ο Βαλερί Χελετέι, πρώην υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας, στον πρόεδρο Ποροσένκο. Μετά την κατάρριψή του η ουκρανική υπηρεσία ασφάλειας πτήσεων ανέβασε το ύψος της ζώνης αποκλεισμού που είχε θέσει από τα 7.925 στα 9.750 μέτρα, δηλαδή σχεδόν στο ύψος πτήσης των επιβατικών αεροσκαφών. Ο Έλμαρ Γκιεμούλα αξιολογεί αυτήν την ενέργεια ως απόδειξη ότι το Κίεβο γνώριζε τους κινδύνους που υπήρχαν. Το αεροσκάφος της πτήσης MH17 κατέπεσε από ύψος περίπου 10.060 μέτρων. Ειδικοί σε ζητήματα αεροπλοΐας, όπως ο Ζίγκμαρ Σταντλμάιερ από το αυστριακό Πανεπιστήμιο του Λιντς, εκτιμούν ότι ένας αποκλεισμός του εναέριου χώρου «θα ήταν αποτελεσματικό μέτρο». Όπως δήλωσε ο κ. Σταντλμάιερ στην DW, έτσι θα μπορούσε να είχε αποτραπεί ο κίνδυνος «από γεγονότα που η ουκρανική κυβέρνηση δεν είχε υπό έλεγχο».
Πολλές στοιχεία καταδεικνύουν ότι η ουκρανική κυβέρνηση λίγο πριν την πολύνεκρη τραγωδία είχε λάβει γνώση για τα νέα όπλα που είχαν περιέλθει στην κατοχή των αυτονομιστών. «Διαθέτουμε πληροφορίες ότι έχουν περάσει σε ουκρανικό έδαφος ορισμένα όπλα που μπορούν να καταρρίψουν αεροσκάφη από μεγάλο ύψος. Σε αυτά συγκαταλέγεται και το σύστημα Buk», είχε δηλώσει ο Αντρίι Λισένκο, εκπρόσωπος του Ουκρανικού Συλβουλίου Ασφαλείας, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου στις 17 Ιουλίου στο Κίεβο. Για να προσθέσει: «Αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για βαρέα όπλα». Το γεγονός αυτό επιβεβαιιώνουν και άλλες πηγές, ανάμεσά τους και ένας ρεπόρτερ του Associated Press. Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, η Ουκρανία είχε μερικές ώρες στη διάθεσή της προκειμένου με συντονισμένες και γρήγορες ενέργειες να αποτρέψει το τραγικό συμβάν.
Roman Goncharenko / Άρης Καλτιριμτζής