Πλάθιντο Ντομίνγκο, ένας σταρ 75 χρονών
21 Ιανουαρίου 2016
Ο χαρακτηρισμός «ζωντανός μύθος» είναι λίγος για να περιγράψει κανείς την πορεία του Ντομίνγκο μέσα από το λυρικό τραγούδι: 3.700 παραστάσεις χωρίς να χάσει η φωνή του τη λάμψη, τη δύναμη και το γνώριμο ηχόχρωμά της, 101 φορές πάνω στη σκηνή της Όπερας της Βιέννης στο ρόλο του Οθέλο του Βέρντι που συμπεριελήφθησαν δις στο βιβλίο Γκίνες, έντονο φιλανθρωπικό έργο είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός από τους μεγαλύτερους λυρικούς τραγουδιστές όλων των εποχών.
Από τη Μαδρίτη σε ολόκληρο τον κόσμο
Πάρα τα 75 του χρόνια παραμένει ακούραστος, αεικίνητος και σεμνός ταγός της τέχνης. Πέντε κοντσέρτα σε τρεις ηπείρους έχει προγραμματίσει για αυτόν τον μήνα και τον επόμενο. Παράλληλα διευθύνει την Όπερα του Λος Άντζελες, παραστάσεις όπερας και συμφωνικές ορχήστρες. Αλλά είναι ικανός και για εκπλήξεις. Το 1990 κατάφερε να βγάλει την κλασική μουσική από τις αίθουσες συναυλιών και να την κάνει προσβάσιμη σε ένα ευρύτερο κοινό. Μαζί με τον Χοσέ Καρέρας και τον Λουτσιάνο Παβαρότι ηχογράφησε μια σειρά από άριες που κυκλοφόρησαν σε δίσκους και cd με τον τίτλο «Τρεις Τενόροι» και με τεράστια εμπορική επιτυχία. Ο Πλάθιντο Ντομίνγκο κατάγεται από γονείς τραγουδιστές οπερέτας και σε αυτούς οφείλει τη γνωριμία με το μουσικό θέατρο σε πολύ μικρή ηλικία. Στα 14 γίνεται δεκτός από το Εθνικό Μουσικό Ωδείο στο Μεξικό και στα 18 του κάνει το ντεμπούτο του ως σολίστ.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1961, ήρθε η πρώτη του επιτυχία επί αμερικανού εδάφους στο Ντάλας του Τέξας με το ρόλο του Αρθούρου από την όπερα Λουτσία ντι Λαμερμούρ του Ντονιτσέτι. Η παγκόσμια αναγνώριση ήρθε το 1968 στη Ν. Υόρκη, στη Μητροπολιτική Όπερα και στη συνέχεια στο Αμβούργο. «Στο Αμβούργο τραγούδησα το 1975 για πρώτη φορά Οθέλο, οι κριτικοί κατενθουσιάστηκαν. Νομίζω όμως ότι τόσο καλά δεν τον τραγούδησα ποτέ άλλοτε στη ζωή μου» εκμυστηρεύεται. Ακολούθησαν εμφανίσεις στο Μιλάνο, το Εδιμβούργο, το Παρίσι, το Σάλτσμπουργκ και σε όλες σχεδόν τις όπερες του κόσμου. Τις περισσότερες εμφανίσεις έκανε στη Μητροπολιτική Όπερα της Ν. Υόρκης με 800 παραστάσεις σε 46 διαφορετικούς ρόλους.
Από τενόρος βαρύτονος
Τα βασικό του ρεπερτόριο βασίζεται σε γαλλικές και ιταλικές όπερες κυρίως των Βέρντι, Πουτσίνι και Μπιζέ. Το 1991 οι επισκέπτες ξαφνιάστηκαν όταν είδαν τον Ντομίνγκο να παρακολουθεί παράσταση στο Φεστιβάλ Βάγκνερ του Μπαϊρόιτ. Την επόμενη σεζόν τον παρακολούθησαν επί σκηνής να τραγουδά Βάγκνερ με τη μελωδική belcanto, γλυκιά φωνή του χωρίς όμως να της λείπει η απαραίτητη λάμψη. Το 2007 με την πάροδο της ηλικίας αλλάζει και από τενόρος γίνεται βαρύτονος. Έτσι ξεκινά μια νέα καλλιτεχνική περίοδος στη ζωή του με νέους ρόλους.
Σημαντικό για τον Πλάθιντο Ντομίνγκο είναι να δημιουργήσει μια νέα γενιά μουσικών. Το 1993 ιδρύει την Operalia, ένα διαγωνισμό τραγουδιού που κάθε χρόνο γίνεται σε διαφορετική πόλη. Και όταν το 2009 παίρνει το πρώτο βραβείο «Birgit Nilsson-Preis», που συνοδεύεται με το αστρονομικό ποσό του ενός εκ. δολαρίων, το δωρίζει σε διάφορους διαγωνισμούς κλασικού τραγουδιού. Το φιλανθρωπικό έργο είναι η άλλη μεγάλη αδυναμία του καλλιτέχνη. Μετά τον καταστροφικό σεισμό στο Μεξικό έχτισε ένα χωριό για ορφανά παιδιά και διοργάνωσε φιλανθρωπικό γκαλά για τα θύματα του καταστροφικού τυφώνα Κατρίνα το 2005 στη Ν. Ορλεάνη.
Σχέδια για συνταξιοδότηση μετά τα 75; «Δεν θα τραγουδήσω ούτε μια μέρα περισσότερη, από όσο θα πρέπει, αλλά ούτε και λιγότερη από όσο μπορώ», είπε το 2009 σε συνέντεξή του στη Frankfurter Allgemeine Zeitung. Μια καθαρή στάση ενός καλλιτέχνη που παρά την τεράστια επιτυχία του, τα βραβεία και την παγκόσμια αναγνώρισή του παραμένει προσγειωμένος. Ίσως έτσι να αντλεί τη δύναμη να δημιουργεί.
Ρικ Φούλκερ, dpa / Ειρήνη Αναστασοπούλου