Καθηγητές και δημοσιογράφοι στο εδώλιο
22 Απριλίου 2016Η σημερινή μέρα σημαδεύεται από δύο δίκες που τρέχουν παράλληλα στο ίδιο δικαστήριο της Κων/πολης σε διπλανές αίθουσες. Αν και δεν σχετίζονται, έχουν ωστόσο μια κοινή συνισταμένη: τον περιορισμό στην ελευθερία του τύπου και της έκφρασης στην Τουρκία. Από τη μια πλευρά ξεκίνησεσήμερα η δίκη των τεσσάρων πανεπιστημιακών οι οποίοι βαρύνονται με την κατηγορία της «διάδοσης προπαγανδιστικών μηνυμάτων με στόχο την τρομοκρατία» επειδή πρόσφατα συνυπέγραψαν επιστολή διαμαρτυρίας κατά των στρατιωτικών επιχειρήσεων της τουρκικής κυβέρνησης στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας. Από την άλλη, σε άλλη αίθουσα του ίδιου δικαστηρίου βρίσκεται σε εξέλιξη η τρίτη ακρόαση του αρχισυντάκτη της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας Cumhuriyet Tσαν Ντούνταρ καθώς και του επικεφαλής του γραφείου της Άγκυρας Ερντέμ Γκιουλ που κατηγορούνται για κατασκοπεία και διάδοση ψευδών ειδήσεων αναφορικά με τον ρόλο των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών στο συριακό μέπωτο.
Η πανεπιστημιακή ελευθερία στο στόχαστρο τιου Ερντογάν
Οι τέσσερεις πανεπιστημιακοί βρίσκονταν μεταξύ 2000 Τούρκων πολιτών που είχαν υπογράψει την επίμαχη επιστολή για τις μεγάλης κλίμακας επιθέσεις του τουρκικού στρατού κατά Κούρδων που ξεκίνησαν τον περασμένο Αύγουστο. Σύμφωνα με την ανεξάρτητη τουρκική ΜΚΟ «Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» (TIHV), τουλάχιστον 338 άμαχοι, μεταξύ των οποίων 78 παιδιά, έχουν χάσει τη ζωή τους. Σύμφωνα με την TIHV πάνω από ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι έχουν πέσει θύματα σφοδρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Στη συγκεκριμένη επιστολή απευθυνόταν έκκληση προς την τουρκική κυβέρνηση «να προετοιμάσει τις συνθήκες για διαπραγματεύσεις» με την κουρδική πλευρά προκειμένου να τεθεί τέλος στη χρόνια διαμάχη στο εσωτερικό της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τα «πολιτικά αιτήματα των Κούρδων». Αρχικά είχαν συλληφθεί 20 καθηγητές πανεπιστημίου, αλλά τελικά σε δίκη οδηγήθηκαν οι τέσσερεις που όχι μόνο συνυπέγραψαν αλλά «ενορχήστρωσαν» την εν λόγω κίνηση διαμαρτυρίας. Πρόκειται για τους Μουζαφέρ Καγιά, Εζρά Μουγκάν, Κινβάτς Ερσόι και Μεράλ Καμσί. Σύμφωνα με το σκεπτικό της εισαγγελίας οι εν λόγω πανεπιστημιακοί όχι μόνο δεν καταδίκασαν τις πράξεις της «τρομοκρατικής οργάνωσης PKK, που είναι πηγή βίας» αλλά φέρονται να την στηρίζουν.
Από την πλευρά του ο τούρκος πρόεδρος έχει καταστήσει σαφές ότι η τιμωρία των αντιφρονούντων καθηγητών θα είναι σκληρή. «Προσπαθούν να σπάσουν την ενότητα του τουρκικού έθνους» είχε πει σε ομιλία του τον Ιανουάριο. Ωστόσο η στάση Ερντογάν, σύμφωνα με τον αν. καθηγητή Διεθνών Σχέσων Μπουράκ Μπιλγκεχάν Οζπέκ από το πανεπιστήμιο ΤΟBB της Άγκυρας, έχει επιφέρει τριγμούς στο κυβερνητικό πεδίο. Ειδικότερα οδήγησε, όπως εκτιμά ο ίδιος, σε μια πρώτη διαφωνία μεταξύ του τούρκου πρωθυπουργού Νταβούτογλου και του προέδρου Ερντογάν. Ο πρώτος, πρώην καθηγητής πανεπιστημίου, τάχθηκε ευθέως κατά της προφυλάκισης των συναδέλφων του, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να κάμψει το μένος του Ερντογάν.
Απειλή θανατικής ποινής για τους δημοσιογράφους
Στο άλλο ανοιχτό «μέτωπο» τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Κι αυτό διότι εάν τελικά οι δύο δημοσιογράφοι της Cumhuriyet κριθούν ένοχοι απειλούνται ακόμη και με θανατική ποινή, σύμφωνα με όσα προβλέπει ο τουρκικός Ποινικός Κώδικας για το έγκλημα της κατασκοπείας.
Σύμφωνα με τους συνηγόρους υπεράσπισης των δύο δημοσιογράφων το τουρκικό καθεστώς προσπαθεί με κάθε τρόπο να συνδέσει αυτήν την υπόθεση με την περίπτωση δύο αστυνομικών που συνελήφθησαν επειδή κρίθηκαν ένοχοι ότι είχαν πρόσβαση σε οχήματα του τουρκικού στρατού, που κατευθυνόταν προς τη Συρία. Όπως ανέφερε ο ίδιος ο Ντούνταρ, εάν πράγματι συνδεθούν οι δύο υποθέσεις τότε τα νέα δεν θα είναι καθόλου καλά, ούτε για τους ίδιους αλλά ούτε για την ελευθεροτυπία στη χώρα.
Τομ Στίβενσον, Κων/πολη / Δήμητρα Κυρανούδη