Άρχισε στο Χονγκ Κονγκ η σύνοδος του ΠΟΕ
13 Δεκεμβρίου 2005Μέχρι την ερχόμενη Δευτέρα οι εκπρόσωποι των 149 χωρών μελών του οργανισμού καλούνται να προωθήσουν με τις αποφάσεις τους την άρση των περιορισμών στο ελεύθερο εμπόριο, αναφορικά με αγροτικά και βιομηχανικά προϊόντα αλλά και τις υπηρεσίες. Τα μηνύματα ωστόσο δεν είναι αισιόδοξα καθώς δεν έχουν γεφυρωθεί οι διαφορές μεταξύ των αναπτυσσομένων χωρών που ζητούν άρση των περιορισμών για την εισαγωγή αγροτικών προϊόντων και των πλουσίων χωρών που επιδιώκουν καλύτερες προσβάσεις για τα βιομηχανικά τους προϊόντα στον τρίτο Κόσμο.
Κατά την έναρξη της συνόδου ο αρμόδιος για το εμπόριο κοινοτικός επίτροπος Πίτερ Μάντελσον άσκησε έντονη κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο πρόγραμμά τους για την δωρεάν παροχή τροφίμων στις φτωχές χώρες. Μία ημέρα πριν ο Πίτερ Μάντελσον προέτρεψε τους υπουργούς των χωρών-μελών του ΠΟΕ να θέσουν τις ανάγκες των φτωχότερων χωρών του πλανήτη στην κορυφή της ατζέντας της Συνόδου.
Την ίδια ώρα, χιλιάδες πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης δίνουν και σήμερα το παρών στο ΧονκΚονγκ. Οι αντίπαλοι της φιλελευθεροποίησης των εμπορικών συναλλαγών επιρρίπτουν στις πλούσιες χώρες του πλανήτη ότι με την πολιτική του ανοίγματος των αγορών θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση των φτωχών χωρών.
Από την κριτική των διεθνών οργανώσεων δεν ξέφυγε ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο κ. Μάντελσον είχε άλλωστε επαναλάβει ότι η ΕΕ δεν πρόκειται να καταθέσει νέα πρόταση για μείωση των δασμών στα αγροτικά προϊόντα, κάτι που αποτελεί αίτημα πολλών χωρών.
Υπάρχουν όμως και τα άλλα προϊόντα, εκτός από τα αγροτικά, τα οποία θα τεθούν επίσης στο επίκεντρο των εργασιών της συνόδου. Βιομηχανικά προϊόντα και υπηρεσίες. Η Σάντρα Γκαλίνα που διεξάγει τις σχετικές διαπραγματεύσεις εν ονόματι της ΕΕ ζητεί στο πλαίσιο του λεγόμενου «Γύρου της Ντόχα» για την απελευθέρωση του εμπορίου, τη μείωση των δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα, σύμφωνα με τον λεγόμενο μη γραμμικό ελβετικό τύπο:
«Μη γραμμικός είναι ο τύπος, σύμφωνα με τον οποίο σημειώνεται μεγαλύτερη μείωση στους υψηλότερους δασμούς από ότι στους χαμηλότερους. Και επιλέξαμε αυτό το πρότυπο διότι η εντολή από τον «γύρο της Ντόχα», είναι να μειώσουμε ή να καταργήσουμε τα ανώτατα όρια δασμών. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με μια συγκεκριμένη εντολή, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να επικεντρωθούμε στους υψηλούς δασμούς και στα ανώτατα όρια τους», υπογράμμισε η κ. Γκαλίνα.
Η ΕΕ επιδιώκει να βελτιώσει τις εξαγωγές των βιομηχανικών της κυρίως προϊόντων. Αλλά στον λεγόμενο κλάδο των μη αγροτικών προϊόντων ανήκουν και τα δασοκομικά και τα αλιευτικά προϊόντα. Αυτό σημαίνει ότι εάν τελικά η ΕΕ καταφέρει να επιβάλει τις απόψεις της στο πεδίο αυτό, θα αυξηθούν οι εξαγωγές όχι μόνο των βιομηχανικών προϊόντων, δηλαδή των αυτοκινήτων, των μηχανών και των υπολογιστών αλλά και της ξυλείας και των ψαριών. Η προοπτική αυτή προκαλεί ανησυχία στις οικολογικές οργανώσεις. Ο Γιούργκεν Κνιρς, υπεύθυνος για θέματα εμπορίου της Greenpeace, λέει σχετικά: «Δεν έχουμε ακόμη κανόνες με διεθνή ισχύ που να αφορούν την βιώσιμη διαχείριση των δασών. Επίσης δεν έχουμε ουσιαστικούς διεθνείς κανόνες για τη βιώσιμη αλιεία. Εάν προχωρήσουμε στην φιλελευθεροποίηση του εμπορίου των μη αγροτικών προϊόντων, αυτά θα καταστούν φθηνότερα και θα αυξηθεί η ζήτησή τους. Η προοπτική αυτή θα είναι καταστροφική για τις θάλασσες, καθώς θα αυξηθεί η αλιεία και θα εξαφανισθούν τα αποθέματα. Ταυτόχρονα θα ενταθεί η αποψίλωση των δασών.
Πόσο μεγάλη θα είναι η δυναμική που θα αναπτυχθεί από την φιλελευθεροποίηση του εμπορίου, μας δείχνει το παράδειγμα της Βραζιλίας. Η μείωση των δασμών για αλιευτικά προϊόντα προς την ΕΕ από το 12% στο 4%, είχε ως συνέπεια να αυξηθούν κατά 600% οι εξαγωγές προς τις χώρες μέλη. Η αύξηση αφορά κυρίως γαρίδες.
Υπάρχουν όμως και ελπίδες για την προστασία του περιβάλλοντος στη σύνοδο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Συζητείται για παράδειγμα η κατάργηση των επιδοτήσεων στον κλάδο της αλιείας. Εάν οι χώρες μέλη συμφωνήσουν να μην επιδοτούν πλέον τους αλιευτικούς τους στόλους, αυτό θα έχει ευεργετικές επιδράσεις για τα θαλάσσια είδη. Η Greenpeace μάλιστα προειδοποιεί για τις ολέθριες συνέπειες που θα έχει η συνέχιση της πολιτικής των επιδοτήσεων για το περιβάλλον. Ο περισσότερες οργανώσεις λοιπόν δεν έχουν παρά να ελπίζουν στο ναυάγιο των διαπραγματεύσεων για την φιλελευθεροποίηση του εμπορίου.