SZ: «Να μην υποκύψει ο κόσμος στον φόβο»
6 Σεπτεμβρίου 2024Μεγάλη αναστάτωση έχει προκαλέσει σε ολόκληρη τη Γερμανία η επίθεση που έλαβε χώρα χθες στο Μόναχο.
«Ο δράστης άνοιξε πυρά εναντίον αστυνομικών στην καρδιά του Μονάχου. […] Μία ενέργεια που αποτελεί ευθεία επίθεση στους εκπροσώπους του φιλελεύθερου κράτους και μέσω αυτών σε εμάς όλους», σχολιάζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung.
«Το γεγονός ότι ο δράστης δεν ήταν επαγγελματίας στον χειρισμό των όπλων δεν αλλάζει τίποτα όσον αφορά τις συνέπειες της πράξης του. Δεν θα πρέπει ποτέ να δοθεί το μήνυμα πως οι δρόμοι ανήκουν στους εχθρούς της ελευθερίας ή στους εχθρούς αυτής της χώρας. […] Αυτό επετεύχθη θεσμικά. Αλλά φαίνεται πως σήμερα υπάρχει πλέον ένα επικίνδυνο μείγμα από το διαχρονικό φυλετικό μίσος αλλά και έναν νέο σκοταδισμό».
Στον χώρο όπου έγινε η επίθεση «μαζεύονται τάξεις σχολείων, ενώ τα βράδια διοργανώνονται δύο-τρεις φορές την εβδομάδα συζητήσεις […] με θέματα όπως ο δεξιός λαϊκισμός ή η κλιματική κρίση», παρατηρεί η Süddeutsche Zeitung. Πρόκειται δηλαδή για ένα μέρος όπου πάει κανείς «για να μπει σε διάλογο». Και εκεί ο δράστης «δεν βρήκε απέναντί του δύο ερμητικά κλειστά φρούρια όταν άνοιξε πυρά, αλλά δύο σχετικά ανοικτά, προσβάσιμα κτήρια».
Τώρα στους κατοίκους του Μονάχου «ο φόβος μένει. Και πρέπει κανείς να τον αντιμετωπίσει, χωρίς να υποκύψει». Διότι το βέβαιο είναι πως «εάν σιωπήσει ο μέχρι τώρα ανοιχτός διάλογος που γίνεται στο Μόναχο, τότε ο δράστης, παρά την αποτυχία του, θα έχει νικήσει».
Γαλλία: Ο Μισέλ Μπαρνιέ ο εκλεκτός για την πρωθυπουργία
Όπως έγινε γνωστό χθες, ο Μισέλ Μπαρνιέ αποτελεί τον νέο πρωθυπουργό της Γαλλίας. Στο παρελθόν ο 73χρονος πολιτικός των Ρεπουμπλικανών είχε καταλάβει πολλά ανώτατα αξιώματα τόσο στη Γαλλία όσο και στην ΕΕ.
«Δεν τίθεται κανένα ερώτημα για το εάν ο Μισέλ Μπαρνιέ διαθέτει τα προσόντα που χρειάζεται ένας πρωθυπουργός», γράφει η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Σε σύγκριση δε με την άπειρη πολιτικό από το Δημαρχείο του Παρισιού που πρότεινε η Αριστερά, ο Μπαρνιέ αποτελεί μία καλή επιλογή για τη Γαλλία».
Το μεγάλο ερώτημα ωστόσο «είναι το κατά πόσο ο Μπαρνιέ αποτελεί και μία σταθερή επιλογή. Ο 73χρονος θα κληθεί να αναζητήσει πλειοψηφίες σε μία κατακερματισμένη Εθνοσυνέλευση. […] Ως ένας κεντροδεξιός πολιτικός θα μπορούσε στο τέλος να εξαρτηθεί από τη στρατιά της Λεπέν, η οποία τουλάχιστον δεν απέρριψε αμέσως τον διορισμό του».
Σε αυτό φαίνεται να συμφωνεί απολύτως και η tageszeitung: «Η Γαλλία έχει τώρα έναν πρωθυπουργό, ο οποίος εξαρτάται εξαρχής από τις ορέξεις των δεξιών λαϊκιστών της Μαρίν Λεπέν. Διότι σε μία ψήφο εμπιστοσύνης οι ψήφοι τους θα μπορούσαν να είναι καθοριστικές. Έτσι, δίνουν στον Μπαρνιέ μία ευκαιρία – με σαφή προϋπόθεση αυτός "να σεβαστεί” τα θέλω τους.
Θα σκεφτόταν κανείς πως η Ακροδεξιά έχασε τη μάχη για την εξουσία στις πρόσφατες εκλογές. Τώρα όμως θα μπορέσει να ασκήσει εξουσία και επιρροή από το παρασκήνιο».
«Εδώ και καιρό συμβουλεύαμε τους Γερμανούς να λειτουργούν λιγότερο σαν μαγνήτης»
Το τελευταίο διάστημα η Γερμανία προσπαθεί να γίνει ολοένα και λιγότερο ελκυστική για τους μετανάστες – και ορισμένοι πολιτικοί φαίνεται να αντιδρούν θετικά σε αυτήν την τάση.
«Ένα μέρος του προβλήματος ήταν ανέκαθεν η ελκυστικότητα της Γερμανίας για τους μετανάστες, ο λεγόμενος "παράγοντας έλξης” της χώρας», δηλώνει στη WELT ο Δημήτρης Καιρίδης, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου.
«Συμβουλεύαμε εδώ και καιρό τους Γερμανούς φίλους μας πως η Γερμανία θα έπρεπε να προσπαθήσει να λειτουργεί λιγότερο σαν μαγνήτης», προσθέτει ο Καιρίδης στο γερμανικό μέσο. Εξάλλου, η πρωτογενής μετανάστευση προς την Ελλάδα οδηγεί συχνά σε δευτερογενή μετανάστευση προς την υπόλοιπη Ευρώπη».
Η Γερμανία διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην ευρύτερη συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με τη μεταναστευτική πολιτική. Η χώρα όμως «ενεργεί με καθυστέρηση σε αναλογία με τις ευρύτερες πολιτικές αλλαγές που παρατηρούμε σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο», αναφέρει επιπλέον ο Καιρίδης.
Η Αγγελική Δημητριάδη πάντως, ερευνήτρια μεταναστευτικών ζητημάτων στο ΕΛΙΑΜΕΠ, διαπιστώνει ένα λογικό σφάλμα στην άποψη ότι η αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική θα οδηγήσει και σε μείωση των μεταναστευτικών ροών. Οι πολιτικοί που συμμερίζονται αυτήν την άποψη «θεωρούν πως η απόφαση ενός ανθρώπου να μεταναστεύσει λαμβάνεται βάσει ορθολογικών, σχεδόν οικονομικών συλλογισμών. Οι μελέτες όμως έχουν δείξει πως η πραγματικότητα είναι πολύ πιο περίπλοκη», επισημαίνει η ειδικός. Και πως ο σημαντικότερος παράγοντας έλξης είναι τα κοινωνικά δίκτυα που υπάρχουν στην εκάστοτε χώρα υποδοχής, το κατά πόσο δηλαδή οι μετανάστες θα συναντήσουν λιγότερο ή περισσότερο γνώριμα πρόσωπα στη χώρα στην οποία πηγαίνουν.