1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

60 χρόνια από τον βομβαρδισμό της Δρέσδης: «Ο άμαχος πληθυσμός για πρώτη φορά στόχος ενός όπλου μαζικής καταστροφής».

13 Φεβρουαρίου 2005

Δρέσδη, Βερολίνο, Αμβούργο, Ντόρτμουντ, Κολωνία, Μάνχαϊμ, Βίρτσμπουργκ συνολικά 161 γερμανικές πόλεις καταστράφηκαν κατά 50-99% από 1,4 εκατομμύρια βόμβες που έριξαν οι Βρετανοί, και οι Αμερικανοί- στην τελική φάση του πολέμου- μεταξύ 1940-45.

https://p.dw.com/p/Avbp
Εικόνα: AP

Το όπλο των μαζικών βομβαρδισμών είχε χρησιμοποιήσει πρώτος ο Χίτλερ στη Βαρσοβία το Σεπτέμβριο του 1939 και στη συνέχεια στο Λονδίνο το Κόβεντρι, το Ρότερτνταμ κ.α. Είναι η πρώτη φορά που ο άμαχος πληθυσμός βρέθηκε έρμαιο ενός όπλου μαζικής καταστροφής, σημειώνει ο γερμανός ιστορικός Jörg Friedrich συγγραφέας του βιβλίου «Der Brand» που εκδόθηκε το 2002. Με μία ιδιαιτερότητα: για την ανάπτυξη του όπλου αυτού χρειάστηκε η σύμπτωση δύο τεχνολογικά εξελιγμένων κρατών, της Βρετανίας και της Γερμανίας.

«Οι άμαχοι στη Βρετανία και τη Γερμανία είναι τρόπον τινά τα ανθρώπινα πειραματόζωα, στα οποία τα αεροπορικά επιτελεία των δύο χωρών σαν ανταγωνιζόμενοι συνάδελφοι ασκούνται στη μέθοδο της καταστροφής πόλεων, αναπτύσσουν μήνα με το μήνα τις μεθόδους τους, παρακολουθούν τον αντίπαλο, και σαν δύο ανταγωνιζόμενες εταιρίες τελειοποιούν το προϊόν: και αυτό είναι η πλήρης καταστροφή μιάς πόλης ως έκταση από 8.000 μέτρα ύψος».

Σήμερα η τεχνολογική εξέλιξη επιτρέπει τα χειρουργικά πλήγματα ακριβείας, αλλά στην αρχή του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν ο εντοπισμός του στόχου, η ακρίβεια, συνεπώς και η αποτελεσματικότητα του όπλου. Χρειάστηκαν τρία χρόνια βομβαρδισμών για τα πρώτα ουσιαστικά αποτελέσματα.

Το μεγάλο δίλημμα τότε ήταν: πλήγματα ακριβείας με μεγάλες απώλειες, ή μαζικά πλήγματα εναντίον αμάχων με μεγιστοποίηση του αποτελέσματος και ελαχιστοποίηση των απωλειών σημειώνει ο Jörg Friedrich.

«Στο διάστημα 1940-42 οι Βρετανοί πέρασαν από τα πλήγματα ακριβείας στους μαζικούς βομβαρδισμούς, θέτοντας μάλιστα το Φεβρουάριο του 1942 ως στόχο 900.000 νεκρούς και ένα εκατομμύριο τραυματίες μεταξύ του άμαχου πληθυσμού. Αν συνυπολογίσετε ότι το ένα τρίτο από τους τραυματίες κατά μέσο όρο πεθαίνει, ο πραγματικός στόχος ήταν 1,2 εκατομμύρια θύματα. Μόνο η απόφαση να σκοτώσεις εκατομμύρια είναι για τα σημερινά δεδομένα αδιανόητη», λέει ο Φρίντριχ.

Τελικά, ο αριθμός των νεκρών από το λεγόμενο «βομβαρδισμό του ηθικού» υπολογίζεται σε 420 με 570.000. Αλλά αυτό, για το διαφιλονικούμενο ιστορικό Jörg Friedrich δεν αναιρεί την ουσία της απόφασης, η οποία συμπυκνώνεται σε μία ερώτηση που δέχεται συχνά από το ακροατήριό του: «Είναι έγκλημα πολέμου; Στη Γερμανία, η απάντηση είναι ναι, ενώ στην Αγγλία η αντίδραση είναι: θέλετε μήπως να πείτε ότι ο Τσόρτσιλ είναι εγκληματίας πολέμου; Απαντώ όχι, δεν έχω ισχυριστεί πουθενά κάτι τέτοιο, είπα όμως ότι ήταν ο μεγαλύτερος σφαγέας παιδιών στην ιστορία της Βρετανίας καθώς ευθύνεται για 72.000 σκοτωμένα παιδιά. Αλλά σφαγέας; Δεν είναι δική μου λέξη είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Τσόρτσιλ, σφαγή».

Τέτοιου είδους επιχειρήματα από το στόμα των Γερμανών έχουν ασφαλώς άλλη βαρύτητα με υπαρκτό το ρεύμα της αναθεωρητικής προσέγγισης της ιστορικής αυτής περιόδου. Πως συμβιβάζεται ένας πρώην τροτσκιστής της γενιάς του 68 να χρησιμοποιεί τέτοια επιχειρήματα, ξαναγράφοντας την ιστορία;

«Πρώτον η ιστορία πρέπει συνεχώς να ξαναγράφεται, αλλιώς οι ιστορικοί θα ήταν άνεργοι. Αλλά δεύτερον δεν είναι τόσο νέα όσο παρουσιάζονται. Είναι νέα για τα τελευταία 30 χρόνια. Η γενιά του 68 μεγάλωσε στην περίοδο της πολιτικής της ύφεσης, με ζητούμενο την αναγνώριση των συνόρων που είχε διαμορφώσει ο πόλεμος, και αυτή η αναγνώριση των συνόρων είχε ως προαπαιτούμενο την αναγνώριση των εγκλημάτων των Γερμανών».

Σήμερα υπάρχει ένα τεράστιο ρεύμα στην κοινωνία για το κομμάτι αυτό της ιστορίας, διαπιστώνει ο Jörg Friedrich. Και αν το ρεύμα αυτό το παραβλέψουν οι δημοκράτες, θα γίνει «μονοπώλιο των νεοναζί», καταλήγει ο γερμανός ιστορικός.

Γιώργος Παππάς