Πρέπει να επιστραφεί η προτομή της Νεφερτίτης;
1 Νοεμβρίου 2024Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα έργα της αρχαίας αιγυπτιακής τέχνης – ένα έργο που φιλοτεχνήθηκε πριν από 3.370 χρόνια και η αξία του εκτιμάται στα 400 εκατομμύρια ευρώ. Η προτομή της Νεφερτίτης ανακαλύφθηκε το 1912 από μία ομάδα αρχαιολόγων με επικεφαλής τον Γερμανό Λούντβιχ Μπόρχαρντ στο εργαστήριο του γλύπτη Τούθμωση στην πόλη Τελ-ελ-Αμάρνα της Αιγύπτου. Από τότε μέχρι και σήμερα, δηλαδή εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια, η προτομή βρίσκεται στο Βερολίνο, όπου και εκτίθεται στο Νέο Μουσείο από το 1924.
Ωστόσο, η πίεση για τον επαναπατρισμό της όμορφης Φαραώ αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Αιγύπτιος αρχαιολόγος Ζάχι Χαουάς ξεκίνησε να μαζεύει υπογραφές για την επιστροφή της: «Αυτή η προτομή, που είναι μοναδική λόγω της ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας της, βρίσκεται στη Γερμανία. Τώρα έχει έρθει η στιγμή να επιστρέψει στην Αίγυπτο», αναφέρεται στο σχετικό κείμενο. Ο Χαουάς είχε κάνει μία παρόμοια προσπάθεια και στο παρελθόν – ως υπουργός Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου είχε ταχθεί ξανά υπέρ της επιστροφής της Νεφερτίτης.
Ένα σύμβολο της αποικιοκρατίας;
Η Νεφερτίτη αναφέρεται συχνά ως πρεσβευτής της Αιγύπτου στη Γερμανία. Η αιγυπτιολόγος Μόνικα Χάνα πάντως διαφωνεί με τη συγκεκριμένη έκφραση, μιας και ο πρεσβευτής αποτελεί μέρος μίας «διπλωματικής ανταλλαγής». Εν προκειμένω όμως τι έχει δώσει ως αντάλλαγμα για τη Νεφερτίτη η Γερμανία; «Μάλλον τίποτα», αναφέρει η αρχαιολόγος και προσθέτει: «Όταν μπορείς να ταξιδέψεις μονάχα προς μία κατεύθυνση, τότε δεν είσαι πρεσβευτής, αλλά όμηρος».
Η αιγυπτιολόγος έχει μιλήσει πολλές φορές δημοσίως για την «αποαποικιοποίηση της αιγυπτιακής αρχαιολογίας». Η πρωτοβουλία για την επιστροφή της Νεφερτίτης βρίσκει τόσο μεγάλη αντίσταση, επειδή «θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για την επιστροφή και πολλών άλλων αντικειμένων που κλάπηκαν κατά την αποικιοκρατία», εξηγεί η Χάνα.
Στην αίτησή του ο Χαουάς ζητά επίσης την επιστροφή της Στήλης της Ροζέττας και του Ζωδιακού Κύκλου της Ντεντέρα, που βρίσκονται στο Λονδίνο και το Παρίσι αντιστοίχως.
Η στάση του Μουσείου του Βερολίνου
Το Ίδρυμα Πρωσικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, το οποίο είναι αρμόδιο για τις συλλογές που εκτίθενται στο Μουσείο του Βερολίνου, έχει αναγνωρίσει πως στα εκθέματα συμπεριλαμβάνονται και έργα τέχνης που έχουν κλαπεί κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας – μεταξύ αυτών και τα Μπρούτζινα του Μπενίν, μέρος των οποίων επεστράφη στη Νιγηρία το 2022.
Όσον αφορά τη Νεφερτίτη όμως, το Ίδρυμα θεωρεί πως είναι ο νόμιμος κύριος της προτομής. «Η προτομή της Νεφερτίτης βρέθηκε σε ανασκαφή που είχε λάβει άδεια από την αιγυπτιακή Διοίκηση Αρχαιοτήτων», τονίζει ο Στέφαν Μίχλερ, εκπρόσωπος του Ιδρύματος. «Μεταφέρθηκε στο Βερολίνο έπειτα από έναν διαμοιρασμό των ευρημάτων, στα οποία περιλαμβάνονταν και πολλά άλλα αντικείμενα. Η προτομή μεταφέρθηκε δηλαδή νομίμως εκτός χώρας και η αιγυπτιακή κυβέρνηση δεν έχει καμία αξίωση για την επιστροφή της», αναφέρει σε γραπτή δήλωση προς την DW ο Μίχλερ.
Ο εκπρόσωπος του Ιδρύματος επισημαίνει πως Γερμανία και Αίγυπτος είχαν μοιραστεί εξίσου τα συνολικά 10.000 αρχαία ευρήματα (λόγω του ότι οι ανασκαφές είχαν χρηματοδοτηθεί από την Deutsche Orient-Gesellschaft) και πως ένας εκπρόσωπος της αιγυπτιακής κυβέρνησης είχε διαλέξει αυτά που θα κρατήσει η χώρα, ενώ τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν στη Γερμανία – μεταξύ αυτών και η προτομή της Νεφερτίτης.
Οι απόψεις διίστανται
Βέβαια δεν υιοθετούν όλοι την οπτική του Μίχλερ.Κατά τον Χαουάς, το 1913 οι Γερμανοί έκλεψαν κυριολεκτικά την προτομή της Νεφερτίτης: την έκρυψαν και την έβγαλαν λαθραία από τη χώρα, παρ’ ότι απαγορευόταν η εξαγωγή εξαιρετικών αρχαιολογικών ευρημάτων από την Αίγυπτο.
Σύμφωνα δε με την ιστοσελίδα Returning Heritage «το αιγυπτιακό κράτος διατηρούσε δικαίωμα βέτο για όλα αντικείμενα που μπορεί να έκρινε ότι ήταν μεγάλης σπουδαιότητας, ώστε να μην μπορούν να εξαχθούν στο εξωτερικό». Όπως γράφει στο σχετικό κείμενο ο συντάκτης Λιούις ΜακΝότ, ο Λούντβιχ Μπόρχαρντ πιθανώς να παρουσίασε την προτομή ως ένα πολύ πιο ασήμαντο εύρημα απ’ όσο πραγματικά ήταν.
Η προτομή μεταφέρθηκε στη Γερμανία αρκετά χρόνια πριν την ανακάλυψη του τάφου του Τουταγχαμών το 1922. Αυτή η εντυπωσιακή ανακάλυψη ώθησε την Αίγυπτο στο «να μην αναγνωρίζει πλέον στις ξένες ομάδες αρχαιολόγων το δικαίωμα να παίρνουν μαζί τους σημαντικά ευρήματα», όπως γράφει ο ΜακΝότ.
Αναφορικά με την εκστρατεία του Χαουάς, ο ειδικός θεωρεί πως είναι «πάρα πολύ απίθανο» να τα καταφέρει ο Αιγύπτιος αρχαιολόγος – εκτός και αν ο ίδιος ή οι αιγυπτιακές αρχές «παρουσιάσουν νέα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η Αίγυπτος έπεσε θύμα σκόπιμης εξαπάτησης», όπως αναφέρει στην DW ο ΜακΝότ. «Το πώς μοιράζονταν εκείνη την εποχή τα ευρήματα τέτοιων ανασκαφών παραμένει συνήθως μυστήριο».
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς