Κύπρος: «Η Ευρώπη είναι η οικογένειά μας»
1 Μαΐου 2024Λίγοι θυμούνται πόση ενέργεια και διπλωματικό κεφάλαιο είχαν επενδύσει η Λευκωσία και η Αθήνα για την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ. Οι Βρυξέλλες παρέμεναν σε ανοιχτή γραμμή, ενώ ήταν συνεχής η διπλωματική εγρήγορση για όσους (και ήταν πολλοί…) επέμεναν την εποχή εκείνη ότι η χώρα δεν μπορεί να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή «οικογένεια», εάν προηγουμένως δεν λυθεί το Κυπριακό.
Η ένταξη έγινε πραγματικότητα πριν από ακριβώς 20 χρόνια, την 1η Μαίου 2004, στο πλαίσιο της προς Ανατολάς διεύρυνσης της ΕΕ. Σήμερα το Κυπριακό παραμένει άλυτο. Ωστόσο ουδείς αμφισβητεί τον εποικοδομητικό ρόλο που διαδραματίζει η ΕΕ στην Κύπρο, αλλά και το αντίστροφο. Μιλώντας στην Deutsche Welle, ο Λουκάς Φουρλάς, ευρωβουλευτής του κεντροδεξιού Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ), τονίζει ότι «η Ευρώπη είναι η οικογένειά μας, αποτελεί μία παγκόσμια δύναμη και η Κύπρος είναι μέρος αυτής. Με όλες τις αδυναμίες της, η ΕΕ είναι το πιο επιτυχημένο εγχείρημα σε πολιτικό επίπεδο».
Από κει και πέρα, επισημαίνει ο ευρωβουλευτής του ΔΗΣΥ, «υπάρχει ανάγκη ενεργότερης εμπλοκής της ΕΕ στην επίλυση του Κυπριακού. Όμως για να επιτευχθεί αυτή, θα πρέπει να αντιληφθούν όλοι ότι το ζήτημα αφορά ολόκληρη την Ευρώπη».
«Η ένταξη δίνει τεράστιες ευκαιρίες»
Στα οικονομικά και θεσμικά οφέλη εστιάζει ο ανεξάρτητος σοσιαλιστής ευρωβουλευτής Δημήτρης Παπαδάκης, ο οποίος θεωρεί ότι «η ένταξη στην ΕΕ έχει δώσει τεράστιες ευκαιρίες στην Κυπριακή Δημοκρατία. Και αυτό κατά κύριο λόγο έχει να κάνει με την καθημερινότητα των Κυπρίων. Σήμερα είναι ισότιμοι Ευρωπαίοι πολίτες και απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα. Έχουν ωφεληθεί οικονομικά από το Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, μπορούν να εργαστούν στο εξωτερικό, τα παιδιά τους μπορούν να σπουδάσουν στο εξωτερικό και να συμμετέχουν στο πρόγραμμα Erasmus».
Επιπλέον, τονίζει ο Κύπριος ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle, σε μία δύσκολη περίοδο όπως η πανδημία του κορωνοϊού, «η χώρα είχε εξασφαλίσει επαρκή αριθμό εμβολίων και μάλιστα την ίδια στιγμή με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, κάτι που μάλλον δεν θα ήταν εφικτό εάν παρέμενε εκτός ΕΕ».
Αλλά και ο Λουκάς Φουρλάς αναγνωρίζει ότι «καμία χώρα από μόνη της και καμία άλλη συνεργασία δεν έχει καταφέρει όσα η ΕΕ στον τομέα της ειρήνης, της ασφάλειας και της ενιαίας αγοράς, στα πρότυπα υψηλής ποιότητας για τα τρόφιμα και το περιβάλλον, στα οφέλη για τους καταναλωτές και στα ανθρώπινα δικαιώματα».
Ζητούμενο η κοινή εξωτερική πολιτική
Εύλογη είναι όμως και η διάγνωση για τις αδυναμίες της σημερινής ΕΕ. «Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι ακόμα δεν έχει ασπαστεί μία κοινή εξωτερική πολιτική» τονίζει ο Λουκάς Φουρλάς. «Μία ισχυρή, κοινή εξωτερική πολιτική στο θέμα της ενέργειας -και όχι μόνο- θα εμφάνιζε την ΕΕ ως ισότιμο παίκτη μπροστά στις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία. Όχι ως ασθενέστερο».
Προκειμένου να μιλήσει η Ευρώπη με μία φωνή, πολλοί προτείνουν να καταργηθεί η αρχή της ομοφωνίας, ακόμη και σε κρίσιμες αποφάσεις της εξωτερικής πολιτικής. Το δίλημμα των μικρότερων χωρών, όπως η Κύπρος, είναι ότι από τη μία πλευρά ελπίζουν να επωφεληθούν από μία κοινή εξωτερική πολιτική, αλλά από την άλλη πλευρά δεν θέλουν να απωλέσουν το δικαίωμα του βέτο σε αποφάσεις που αγγίζουν τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας.
Ο ευρωβουλευτής Δημήτρης Παπαδάκης θεωρεί ότι «υπάρχουν λύσεις, που λαμβάνουν υπόψη τις ανησυχίες των μικρότερων χωρών. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να προβλέψουμε ότι μία αναστέλλουσα μειοψηφία του 10% των κρατών-μελών (όχι του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ) μπορεί να ασκήσει βέτο. Ας είναι αυτό μία μεταβατική διάταξη. Έτσι, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσλειτουργίες που υπάρχουν σήμερα, όπου για παράδειγμα μία και μοναδική χώρα, όπως η Ουγγαρία, είναι σε θέση να μπλοκάρει τις κοινές αποφάσεις για το μεταναστευτικό…».